Άθωρ

Άθωρ
Ḥw.t-Ḥr σε ιερογλυφικά

Με το όνομα Άθωρ ή και Αθώρ ή Ήσατ εννοείται η θηλυκή αιγυπτιακή θεότητα, την οποία οι ‘Ελληνες ταύτιζαν με την Αφροδίτη.

Ουράνια θεά, αναφέρεται συνήθως ως κόρη του Ρα ή Ρε και σύζυγος του Ώρου.
Η θεά Άθωρ απέκτησε τεράστια δημοτικότητα ως θεά της χαράς και του έρωτα. Την αποκαλούσαν βασίλισσα της ευθυμίας και του χορού ή βασίλισσα της μουσικής και του τραγουδιού, ενώ ο ναός της θεωρείτο τόπος μέθης και ευχάριστης διαβίωσης.
Αγαθοεργός θεότητα των ζωντανών, η Άθωρ τους έτρεφε με το γάλα της.

Σε ό,τι αφορά στη σχέση της με την βασιλική οικογένεια, απεικονιζόταν να κρατά τον βασιλιά στην αγκαλιά της ή στα γόνατά της και να προσφέρει τον μαστό της για θηλασμό ή ως αγελάδα θηλαζόμενη από τον Φαραώ.
Όμως η θεά δεν ήταν αγαθοεργή μόνο στο βασίλειο των ζώντων πλασμάτων. Θεωρείται ευμενής η παρουσία της και στο βασίλειο των νεκρών.

Το βασίλειο των νεκρών.

Με την επωνυμία «Βασίλισσα της Δύσης», θεωρείτο προστάτης της θηβαϊκής νεκρόπολης. Ο απεικονιστικός της τύπος στη Βίβλο των Νεκρών είναι η αγελάδα, με το μισό σώμα της έξω από το Λιβυκό Όρος, που θεωρείτο εσχατιά του κόσμου των ζωντανών, έτοιμη να υποδεχθεί τους νεκρούς κατά την άφιξή τους στον άλλο κόσμο και να τους μεταφέρει στη ράχη της. Προφύλασσε από κάθε κίνδυνο του μεταθανάτιου ταξιδιού, όλους όσους γνώριζαν πώς να την επικαλούνται με καθιερωμένους τύπους.

Την ονόμαζαν επίσης «Κυρία της συκομορέας» γιατί πίστευαν ότι κάποιες φορές κρύβονταν στο φύλλωμα μεγάλου δέντρου, κοντά στις παρυφές της ερήμου, και ανέμενε την άφιξη του νεκρού για να του προσφέρει μόλις αυτός εμφανίζονταν το νερό και το ψωμί του καλωσορίσματος.

Τέλος έλεγαν ότι αυτή κρατούσε την μακριά σκάλα, από την οποία ανέβαιναν οι δίκαιοι στον ουρανό. Καθώς η ειδίκευση της Άθωρ στο ρόλο της χθόνιας θεότητας επεκτείνονταν όλο και πιο πολύ, οι γυναίκες που πέθαιναν δεν αποκαλούνταν πλέον «ο Όσιρις» κατά την προσφιλή συνήθεια της μετονομασίας του νεκρού, αλλά «η Άθωρ».

Το κυριότερο ιερό της θεάς βρισκόταν στην Ντεντερά (Denderah), όπου λατρευόταν μαζί με το σύζυγό της, τον Ώρο της Εντφού, κατέχοντας εδώ τη δεύτερη θέση, και τον γιο τους Ιχί (Ihi-Ehi=ο παίκτης του σείστρου), τον οποίο απεικόνιζαν με τη μορφή μικρού παιδιού που παίζει το σείστρο δίπλα στη μητέρα του.
Λαμπρές εορτές τελούνταν στο ναό, ιδίως την πρώτη ημέρα του έτους, επέτειο της γέννησης της θεάς. Πριν ακόμη χαράξει, οι ιερείς ανέβαζαν στην στην σκεπή του ιερού την εικόνα της θεάς και την παρουσίαζαν στον ανατέλλοντα ήλιο (Κεφρί ή Κεπερά). Επακολουθούσαν δημόσιες εορταστικές εκδηλώσεις, οι οποίες κατέληγαν σε αληθινό καρναβάλι και η ημέρα τελείωνε με τραγούδια και μεθύσια.

Η Άθωρ λατρευόταν επίσης στο Εντφού (Edfou), μαζί με τον Ώρο, ο οποίος όμως κατείχε εδώ την πρώτη θέση, και τον γιο του Χορ-σμα-τάουϊ (Hor-sma-taoui). Λατρευόταν επίσης στην Όμβο, όπου απεικονιζόταν και στις δύο τριάδες του ιερού. Στις ακτές της Σομαλίας (από όπου ίσως σε αρχαιότατους χρόνους είχε έλθει στην Αίγυπτο) ονομαζόταν «Κυρά της χώρας Πουντ». Στη χερσόνησο του Σινά αποκαλείτο «Δέσποινα της χώρας Μαφκάτ» και στη Φοινίκη (όπου διαδραματίζεται τμήμα του μύθου για τον Όσιρι) «Δέσποινα της Βίβλου».

START TYPING AND PRESS ENTER TO SEARCH